Η παχυσαρκία αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα δημόσιας υγείας, με σοβαρές ιατρικές, κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις. Εντάσσεται στη Διεθνή Ταξινόμηση Νόσων (ICD) του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, ο οποίος την αναγνωρίζει και επίσημα ως νόσημα.
Εάν ο ρυθμός εξάπλωσης της παχυσαρκίας συνεχίσει να παραμένει ο ίδιος, εκτιμάται ότι το έτος 2030 το 38% του παγκόσμιου ενηλίκου πληθυσμού θα είναι υπέρβαρο και το 25% παχύσαρκο. Μάλιστα, για τις Ηνωμένες Πολιτείες, τα δεδομένα είναι άκρως ανησυχητικά, καθώς προβλέπεται ότι σε δέκα χρόνια από τώρα, το 55% των ενηλίκων θα είναι υπέρβαροι ή παχύσαρκοι. Τα δεδομένα είναι ανησυχητικά και για την χώρα μας, η οποία δυστυχώς παρουσιάζει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά παχυσαρκίας και νοσογόνου παχυσαρκίας στην Ευρώπη, τόσο στους ενήλικες όσο και στους εφήβους και τα παιδιά. Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα δεδομένα (έτος 2022), 37,9% των ενηλίκων στην Ελλάδα υπολογίζεται ότι είναι υπέρβαροι, 24,9% παχύσαρκοι, ενώ το 41,2% των παιδιών ηλικίας 10-12 ετών είναι παχύσαρκα ή υπέρβαρα. Αυτά τα στοιχεία αναδεικνύουν τη σοβαρότητα της νοσογόνου παχυσαρκίας στη χώρα μας και προκαλούν βαθιά ανησυχία για το μέλλον του πληθυσμού μας.
Τι είναι η νοσογόνος παχυσαρκία και πώς γίνεται η διάγνωση;
Η παχυσαρκία εκτιμάται με το Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ, ή στα αγγλικά BMI: Βody Μass Ιndex), ο οποίος παρουσιάζει ευθεία συσχέτιση με την ποσότητα του σωματικού λίπους τόσο στα παιδιά όσο και στους ενήλικες. Σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, στους ενήλικες το υπερβάλλον βάρος καθορίζεται ως ΔΜΣ 25-30 kg/m2, ενώ η παχυσαρκία ορίζεται ως ΔΜΣ ίσος ή μεγαλύτερος από 30 kg/m2. Η νοσογόνος παχυσαρκία αναφέρεται σε μια κατάσταση όπου ο ΔΜΣ υπερβαίνει τα 40 kg/m2 ή υπερβαίνει τα 35 kg/m2 με τουλάχιστον ένα συνοδό νόσημα παχυσαρκίας.
Για τη διάγνωσή της, απαιτείται έλεγχος των φυσιολογικών τιμών (όρια) του δείκτη μάζας σώματος (kg/m2), οι οποίες έχουν ως εξής:
- Λιποβαρές: < 20 kg/m2
- Φυσιολογικό βάρος: 20-24.9 kg/m2
- Υπέρβαρο: 25-29.9 kg/m2
- Παχυσαρκία κατηγορίας Ι: 30-34.9 kg/m2
- Παχυσαρκία κατηγορίας ΙΙ: 35-39.9 kg/m2
- Παχυσαρκία κατηγορίας ΙΙΙ: ≥ 40 kg/m2
Ποια είναι τα αίτια της παχυσαρκίας;
Παρόλο που υπάρχουν γενετικές, συμπεριφορικές, ορμονικές και μεταβολικές επιδράσεις στο σωματικό βάρος, η παχυσαρκία εμφανίζεται όταν γίνεται πρόσληψη περισσότερων θερμίδων από αυτές που μπορεί να κάψει κάποιος μέσω της άσκησης και των καθημερινών του δραστηριοτήτων, συνεπώς το σώμα αποθηκεύει αυτές τις περίσσιες θερμίδες ως λίπος.
Οι παράγοντες κινδύνου περιλαμβάνουν:
- Κληρονομικότητα και οικογενειακές επιρροές
- Μη υγιεινή διατροφή
- Καθιστική ζωή
- Ορισμένες ασθένειες, όπως σύνδρομο Prader-Willi ή σύνδρομο Cushing
- Φάρμακα, όπως αντικαθλιπτικά, αντιεπιληπτικά, αντιψυχωσικά, στεροειδή και β-αποκλειστές
- Κοινωνικά και οικονομικά ζητήματα
- Έλλειψη ύπνου
- Άγχος
Ποια προβλήματα υγείας προκαλεί η νοσογόνος παχυσαρκία;
Η νοσογόνος παχυσαρκία αναδεικνύεται ως υπεύθυνη για την εκδήλωση πολλών σοβαρών παθήσεων, καθώς και για τη μείωση του προσδόκιμου ζωής των ασθενών. Οι παθήσεις που αιτιολογικά συνδέονται με την υπερβάλλουσα συσσώρευση σωματικού λίπους αποκαλούνται συννοσηρότητες της παχυσαρκίας.
Μερικές από τις συχνότερες συννοσηρότητες της νοσογόνου παχυσαρκίας είναι:
- Σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2
- Αρτηριακή υπέρταση και καρδιαγγειακά προβλήματα
- Προβλήματα στις αρθρώσεις
- Αναπνευστικές διαταραχές και σύνδρομο υπνικής άπνοιας
- Γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση
- Δυσλιπιδαιµία
- Υπογονιμότητα και διαταραχές της περιόδου
- Χολολιθίαση
- Ακράτεια ούρων
- Κατάθλιψη
- Μεγάλη αύξηση κινδύνου εκδήλωσης κάποιων μορφών καρκίνου.
Πώς αντιμετωπίζεται η νοσογόνος παχυσαρκία;
Αντίθετα με τις κοινές πεποιθήσεις, οι συμπεριφορικές διαταραχές όπως η κακή διατροφή και η έλλειψη φυσικής δραστηριότητας, καθώς και οι διακρίσεις και η περιθωριοποίηση που αντιμετωπίζουν οι πάσχοντες, αποτελούν πιο επιβαρυντικούς παράγοντες σε σύγκριση με τις απλές αιτίες. Ως εκ τούτου, η θεραπεία της νοσογόνου παχυσαρκίας αντιμετωπίζει δυσκολίες, καθώς πρέπει να είναι ολοκληρωμένη και να λαμβάνει υπόψη την ψυχολογία και όλα τα στοιχεία της καθημερινότητας του ασθενούς.
Δυστυχώς, η πλειονότητα των περιπτώσεων νοσογόνου παχυσαρκίας δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά μόνο μέσω αλλαγών στις διατροφικές συνήθειες και την άσκηση. Στατιστικά δεδομένα έχουν αποδείξει ότι ένα πολύ μικρό ποσοστό ασθενών με σοβαρή παχυσαρκία έχει επιτύχει την αντιμετώπιση του προβλήματος μέσω διαιτητικών και γυμναστικών προσπαθειών, ενώ η αποτυχία σε αυτές τις προσπάθειες οδηγεί συνήθως σε απογοήτευση και επιδείνωση του προβλήματος.
Η χειρουργική αντιμετώπιση της παχυσαρκίας, ή βαριατρική χειρουργική, αποτελεί αποδεδειγμένα την πιο αποτελεσματική λύση για τη μόνιμη αντιμετώπιση της νόσου και τη βελτίωση της υγείας των ασθενών, τη θεραπεία των συνοδών νοσημάτων, καθώς επίσης και τη μείωση του αριθμού των θανάτων που συνδέονται με τη νοσογόνο παχυσαρκία.
Ποιες διαθέσιμες χειρουργικές επιλογές υπάρχουν;
Υπάρχουν διάφορες χειρουργικές μέθοδοι για την αντιμετώπιση της νοσογόνου παχυσαρκίας. Ο τύπος παχυσαρκίας, τα κλινικά χαρακτηριστικά, ο τρόπος ζωής και οι προτιμήσεις του ασθενή καθοδηγούν το χειρουργό στο να καθορίσει ποια χειρουργική μέθοδος είναι πιο κατάλληλη για κάθε περίπτωση.
Ανάμεσα τους:
- Επιμήκης γαστρεκτομή ή “Γαστρικό μανίκι”: Σε αυτήν την περίπτωση, αφαιρείται το μεγαλύτερο τμήμα του στομάχου (θόλου και σώματος), με σκοπό τη δραστική μείωση της χωρητικότητάς του. Συνεπώς, τα αισθήματα κορεσμού και πληρότητας επέρχονται νωρίτερα με λήψη πολύ μικρότερης ποσότητας τροφής. Η επέμβαση έχει και ορμονική δράση που οδηγεί στη μείωση της όρεξης του ασθενούς για τροφή.
- Γαστρική παράκαμψη δύο αναστομώσεων (Roux-en-Y γαστρικό bypass): Με το γαστρικό bypass δύο αναστομώσεων, δημιουργείται ένας μικρός γαστρικός θύλακας, ο οποίος υποδέχεται την τροφή και ενώνεται με τμήμα του λεπτού εντέρου μετά το δωδεκαδάκτυλο, με στόχο τον περιορισμό της απορρόφησης θερμίδων. Έτσι, η τροφή μετά την κατάποση δεν περνά μέσα από το υπόλοιπο στομάχι, το δωδεκαδάκτυλο και ένα τμήμα του λεπτού εντέρου, μεταβαίνοντας γρηγορότερα στο περιφερικό έντερο (δυσαπορροφητική επίδραση). Συνδυάζει τον περιορισμό της τροφής, την δυσαπορρόφηση, την αλλαγή στην έκκριση ορμονών του πεπτικού σωλήνα και τη μείωση της όρεξης.
- Γαστρική παράκαμψη μιας αναστόμωσης (Ωμέγα γαστρική παράκαμψη ή mini-bypass): Σε αυτή την περίπτωση, δημιουργείται ένας επίμηκης γαστρικός θύλακας, ο οποίος αναστομώνεται με πιο περιφερικό τμήμα του λεπτού εντέρου, ώστε να περιοριστεί η απορρόφηση θερμίδων, χωρίς να επηρεάζεται ιδιαίτερα η ποσότητα λήψης τροφής.
- Χολοπαγκρεατική εκτροπή: Δημιουργία ενός μικρού γαστρικού θυλάκου που συνδέεται στο τελικό τμήμα (ειλεό) του λεπτού εντέρου. Μικραίνει την απορροφητική επιφάνεια του εντέρου, με αποτέλεσμα τη μείωση κυρίως της απορρόφησης του λίπους και των συμπλόκων υδατανθράκων και μεταβάλλει την ορμονική ανταπόκριση του εντέρου στην πρόσληψη τροφής.
- Υπάρχουν επίσης λιγότερο συχνές μέθοδοι, όπως η τεχνική SADI-S ή η τοποθέτηση Bariclip, οι οποίες μπορεί να προταθούν σε ασθενείς ανάλογα με την κάθε περίπτωση.
- Αξίζει να σημειωθεί πως η τεχνική τοποθέτησης γαστρικού δακτυλίου έχει σχεδόν εγκαταλειφθεί στις ΗΠΑ και την Ευρώπη λόγω μη ικανοποιητικών μακροχρόνιων αποτελεσμάτων και πολλών επιπλοκών που σχετίζονται με την ενδοκοιλιακή θέση του δακτυλίου (ολίσθηση, γαστρική απόφραξη, διάτρηση στομάχου, κ.λπ.). Παράλληλα, η τεχνική της γαστρικής πτύχωσης αρχίζει να εγκαταλείπεται σταδιακά λόγω μη ικανοποιητικών βραχυχρόνιων και μακροχρόνιων αποτελεσμάτων.
Στο Metropolitan Hospital, το Κέντρο Χειρουργικής Νοσογόνου Παχυσαρκίας & Μεταβολικών Νοσημάτων ακολουθεί τις παγκόσμιες πρακτικές για τη θεραπεία των υπέρβαρων ατόμων και τη διαχείριση της παχυσαρκίας. Προσφέρει μια πολυπαραγοντική προσέγγιση με τη συνεργασία εξειδικευμένων επιστημόνων, με στόχο την πρόληψη της παχυσαρκίας και τη μείωση του υπερβολικού βάρους των ασθενών. Στο πρώτο στάδιο της φροντίδας, δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στην απαλλαγή των ασθενών από τυχόν ενοχές, ώστε ο ασθενής να μη φέρει αποκλειστικά το βάρος της ευθύνης για την κατάστασή του. Το κέντρο προσφέρει ολοκληρωμένη διεπιστημονική παρακολούθηση, αρχικά στο προεγχειρητικό στάδιο, στη συνέχεια παρέχεται εξειδικευμένη χειρουργική διαχείριση και δια βίου μετεγχειρητική παρακολούθηση. Η προσέγγιση προς κάθε ασθενή είναι ολιστική και εξατομικευμένη, με την ομάδα ειδικών του κέντρου (χειρουργοί, παθολόγοι, διαβητολόγοι, διατροφολόγοι, ψυχολόγοι κ.α.) να είναι διαθέσιμη για κάθε ερώτηση ή ανάγκη.