Είναι γνωστό ότι για να αναπτυχθεί φυσιολογικά η ομιλία και ο λόγος στο παιδί, απαραίτητη προϋπόθεση είναι να έχει φυσιολογική ακοή.
Θα πρέπει να τονισθεί ότι η περίοδος των δύο πρώτων ετών της ζωής του παιδιού, είναι ιδιαίτερα σημαντική και καλείται «κριτική περίοδος». Η περίοδος αυτή αφορά στην εκμάθηση της ομιλίας και στην περαιτέρω ανάπτυξη του λόγου. Επομένως απαραίτητο είναι όσο είναι δυνατόν, αμέσως μετά την γέννηση να γνωρίζουμε εάν ένα παιδί ακούει ή όχι, ή εάν πάσχει από κάποιο βαθμό βαρηκοϊας.
Θα πρέπει να δώσουμε μεγάλη προσοχή στα δύο πρώτα χρόνια ζωής του παιδιού σε παρατηρήσεις μας όπως:
- το γαύγισμα του σκύλου ή η μουσική αποσπούν την προσοχή του παιδιού από το παιχνίδι του;
- Όταν κτυπήσουμε ένα κουταλάκι σε φλυτζάνι, όταν κτυπίσουμε την κουδουνίστρα, όταν τσαλακώσουμε ένα χαρτί - εφ’ όσον δεν το βλέπει - στρίβει το κεφαλάκι του;
- Το ενθουσιάζουν παιχνίδια που κάνουν θόρυβο;
- Μπορεί να μιμηθεί την φωνή που ακούει;
- Εμπλουτίζει συνεχώς το λεξιλόγιό του;
Αν κάτι από αυτά δεν συμβαίνει θα πρέπει να συμβουλευτείτε τον ιατρό σας. Ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δοθεί στα νεογέννητα παιδιά υψηλού κινδύνου, (δηλ. παιδιά με οικογενειακό ιστορικό βαρηκοϊας, με συγγενείς λοιμώξεις, με κρανιοπροσωπικές ανωμαλίες, με βάρος γέννησης κάτω των 1500gr, με υπεχολερυθριναιμία, μετά από χορήγηση ωτοτοξικών φαρμάκων, παιδιά που έπαθαν βακτηριδιακή μηνιγγίτιδα, παιδιά με μηχανική υποστήριξη αναπνοής περισσότερο από 5 ημέρες, με διάφορα σύνδρομα (Down, Alpert, Waardenburg κ.ά.), διότι αυτά τα παιδιά υπολογίζεται ότι έχουν 14 φορές μεγαλύτερη πιθανότητα να εμφανίσουν βαρηκοϊα, απ’ ότι τα φυσιολογικά παιδιά.
Η πρώτη εξέταση για τον έλεγχο της ακοής, είναι το Τονικό Ακοόγραμμα Ελευθέρου Πεδίου. Αυτό γίνεται σε ήσυχο χώρο, χρησιμοποιώντας ηχογόνα παιχνίδια (κουδουνίστρες χαμηλών και υψηλών συχνοτήτων, το κτύπημα του κουταλιού σε φλυτζάνι, το τσαλάκωμα ζελατίνης - συχνότης 1000ΗΖ περίπου), και χαμηλή ομιλία. Για υψηλούς και χαμηλούς τόνους επίσης μπορεί να χρησιμοποιηθεί η φώνηση του «ψ» και του «ου». Λεπτομερώς παρατηρούνται οι αυτόματες αντανακλαστικές αντιδράσεις. Οι αναμενόμενες αντιδράσεις είναι σχετικές με την ωριμότητα του βρέφους.
Αυτές μπορεί να είναι:
- Ηλικία από την γέννηση έως 4 μηνών: Οι αντιδράσεις είναι καθαρά αντανακλαστικές. Σε χορήγηση χαμηλής έντασης ήχου, παρατηρείται σύγκλειση των βλεφάρων ή διάνοιξη, αλλά όχι πάντα. Η πλέον αξιόπιστη απάντηση είναι το ξάφνιασμα του βρέφους ή το ανοιγόκλεισμα των βλεφάρων κατά την χορήγηση ισχυρού ήχου. Τον τρίτο ή τέταρτο μήνα μπορεί ν’ αρχίσει να γυρνά το κεφάλι του προς την πηγή του ήχου, αλλ’ ακόμη δεν είναι αξιόπιστη η απάντηση.
- 4 - 7 μηνών: Στην ηλικία των 4 μηνών το βρέφος αρχίζει να γυρνά το κεφάλι του προς την ηχητική πηγή με αβεβαιότητα, αλλά στην ηλικία των 7 μηνών, γυρνά αμέσως προς την πηγή. Πιθανώς τους χαμηλούς ήχους να μην τους εντοπίζει αμέσως, αλλά γυρνά προς την πλευρά παραγωγής του ερεθίσματος.
- 7 - 9 μηνών: Σ’ αυτή την ηλικία εντοπίζει την ηχητική πηγή ακόμη και με την χορήγηση χαμηλής έντασης ήχων.
- 9 - 13 μηνών: Στο τέλος της περιόδου αυτής το βρέφος είναι ικανό να εντοπίσει αμέσως ήχους σε οποιοδήποτε επίπεδο. Τώρα πλέον έχει επιτευχθεί πλήρως η ωριμότης του ακουστικού του συστήματος.
Ένα φυσιολογικό παιδί, ανάλογα με την ηλικία του, αντιδρά στα διάφορα ακουστικά ερεθίσματα ως εξής:
Η εξέταση αυτή πραγματοποιείται με την χρήση του ειδικού κλινικού Ακοογράφου Ελευθέρου Πεδίου (εικόνα 1).
Εικόνα 1 - Τονικός ακοογράφος Ελευθέρου Πεδίου.Εικ.1. Τονικός ακοογράφος Ελευθέρου Πεδίου.
Γενικά όμως όλες αυτές οι διαγνωστικές εξετάσεις γίνονται με ειδικές συσκευές για βρέφη-νεογνά και παιδιά με τα οποία είναι πλήρως εξοπλισμένο το Ακοολογικό-Νευροωτολογικό Τμήμα παιδιών του θεραπευτηρίου «ΜΕΤΡΟΠΟΛΙΤΑΝ». Είμαστε σε θέση να βεβαιώσουμε εξετάζοντας ένα παιδί από την ημέρα της γεννήσεώς του αν ακούει ή όχι, ή ακόμη να εξετάσουμε και μεγαλύτερα παιδιά που δεν συνεργάζονται.
Τις κλινικές εξετάσεις ειδικά σ’αυτή τη μικρή ηλικία, συμπληρώνει και επιβεβαιώνει ο ηλεκτρονικός διαγνωστικός έλεγχος. Αυτός περιλαμβάνει την μέτρηση της Ακουστικής αντίστασης (εικόνα 2).
Εικόνα 2 - Ηλεκτρονικός Τυμπανογράφος.
Με την εξέταση αυτή επιτυγχάνεται η μέτρηση της κινητικότητας του τυμπανικού υμένα, ο καθορισμός της πίεσης στο μέσο αυτί, ο έλεγχος της λειτουργίας της Ευσταχιανής Σάλπιγγας, η αξιολόγηση της ακεραιότητας και της ελαστικότητας της ακουστικής αλυσίδας, καθώς επίσης η μελέτη των νευρομυϊκών αντανακλαστικών και ιδιαίτερα του μυός του αναβολέα. Οι δοκιμασίες που χρησιμοποιούνται σήμερα, κυρίως είναι το Τυμπανόγραμμα, και η εξέταση του Ακουστικού αντανακλαστικού.
Φυσιολογικός θεωρείται ο τύπος του τυμπανογράμματος Α (εικόνα 3), ενώ παθολογικός θεωρείται ο τύπος του τυμπανογράμματος Β (εικόνα 4). Συνήθως σ’ αυτόν τον τύπο υπάρχει η πιθανότητα ύπαρξης υγρού στο μέσο αυτί.
Εικόνα 3 - Τυμπανόγραμμα τύπου Α (φυσιολογικό), με έκλυση ακουστικών αντανακλαστικών.
Εικόνα 4 - Τυμπανόγραμμα τύπου Β (παθολογικό). Δεν εκλύονται τα ακουστικά αντανακλαστικά.
Στην συνέχεια πραγματοποιείται η λήψη των Ακουστικών αντανακλαστικών. Αν επιτευχθεί, δίνει σημαντικές πληροφορίες για την ακουστική κατάσταση του βρέφους, καθ’ ότι παράγονται χαρακτηριστικές κυμματομορφές που αντιστοιχούν στη σύσπαση του μυός του αναβολέα, όταν αυτός εκτίθεται στο ακουστικό ερέθισμα. (εικόνα 3).
Μία άλλη μέθοδος για τον έλεγχο της λειτουργικότητας του μέσου αυτιού και του κοχλία είναι οι Ωτοακουστικές Εκπομπές.
Οι Ωτοακουστικές εκπομπές είναι απαντήσεις που δίνει ο κοχλίας σε μορφή ακουστικής ενέργειας, και ανιχνεύονται στον έξω ακουστικό πόρο.
Πλεονεκτήματα της μεθόδου είναι :
- πρόκειται για αντικειμενική μέθοδο που μελετά την μηχανική του κοχλία και μάλιστα με τρόπο μη επεμβατικό.
- η εξέταση διεκπεραιώνεται γρήγορα, (εικόνα 5).
Εικίνα 6 - Λήψη Ωτοακουστικών εκπομπών σε βρέφος.
Εικόνα 5 - Εικόνα παθολογικών Προκλητών Ωτοακουστικών Εκπομπών.
Στην περίπτωση που το βρέφος-παιδί δεν συνεργάζεται, χορηγείται μέθη (ελαφρά γενική αναισθησία) με παρουσία παιδοαναισθησιολόγου και η εξέταση διεκπεραιώνεται γρήγορα και με ασφάλεια, (εικόνα 7).
Εικόνα 7 - Λήψη ωτοακουστικών εκπομπών υπό γενική αναισθησία (μέθη).
Γενικά στην περίπτωση που το παιδί δεν συνεργάζεται για να γίνει τονικό ακοόγραμμα (π.χ. λόγω μικρής ηλικίας, ψυχοκινητικής ανωριμότητας, αμφιβολίας στα αποτελέσματα των προηγούμενων εξετάσεων, υποψίας λειτουργικής βαρηκοΐας ή υποψίας νευροαισθητήριας βαρηκοϊας), καταφεύγουμε στην λήψη των Ακουστικών Προκλητών Δυναμικών Εγκεφαλικού Στελέχους (ΑΠΔΕΣ). Αυτά χρησιμεύουν για τον πλήρη έλεγχο της περιφερικής ακουστικής οδού και μπορούν να μας καθορίσουν την περιοχή της βλάβης, αν δηλαδή εντοπίζεται στον κοχλία ή οπισθοκοχλιακά. Η εξέταση διεκπεραιώνεται με την βοήθεια Ηλεκτρονικού Υπολογιστή και κατάλληλων προγραμμάτων. Το βρέφος μπορεί να εξετασθεί πίνοντας το γάλα του, οπότε ηρεμεί και μετά από λίγο κοιμάται (εικόνα 8). Τοποθετούνται για την εξέταση τρία ηλεκτρόδια στο δέρμα του προσώπου. Με ειδικά ακουστικά κεφαλής χορηγούνται ηχητικά ερεθίσματα σε διάφορες εντάσεις και λαμβάνονται αντίστοιχες κυματομορφές που βάζουν και την διάγνωση.
Εικόνα 8 - Λήψη Ακουστικών Προκλητών Δυναμικών Εγκεφαλικού Στελέχους σε βρέφος.
Στην περίπτωση που δεν μπορεί να διεκπεραιωθεί η εξέταση λόγω κλάματος, χορηγείται από την αναισθησιολόγο, μέθη.
Στην επόμενη εικόνα φαίνεται η λήψη φυσιολογικών κυματομορφών προκλητών δυναμικών εγκεφαλικού στελέχους και στα δύο αυτιά, (εικόνα 9),
Εικόνα 9 - Φυσιολογικά Προκλητά Δυναμικά Εγκεφαλικού Στελέχους σε βρέφος.
ενώ στην εικόνα 10 φαίνεται η εικόνα μιάς μονόπλευρης κώφωσης (αριστερά). Το άλλο αυτί είναι φυσιολογικό.
Εικόνα 10 - Μονόπλευρη κώφωση αριστερά. Δεξιά φυσιολογικό αυτί.
Τέλος στην εικόνα 11, εμφανίζεται η εικόνα αμφοτερόπλευρης κώφωσης. Δεν εκλύονται κυματομορφές.
Εικόνα 11 - Αμφοτερόπλευρη κώφωση.
Η υπεροχή της μεθόδου αυτής είναι περισσότερο αξιόπιστη από κάθε άλλη ηλεκτρονική μέθοδο. Δεν επηρεάζεται από τα φάρμακα της γενικής αναισθησίας όταν χορηγείται, ούτε από άλλα φάρμακα και μπορεί να εφαρμοσθεί και σε παιδιά με εγκεφαλικές βλάβες.