Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μία από τις πλέον συχνές μεταβολικές διαταραχές παγκοσμίως. Αν και η ιατρική κοινότητα συνεχίζει να προτείνει φαρμακευτικές θεραπείες για τη διαχείρισή του, πολλοί ασθενείς αναζητούν συμπληρωματικές και εναλλακτικές λύσεις, όπως φυσικά σκευάσματα και συμπληρώματα διατροφής. Παρά τις υποσχόμενες ιδιότητες αυτών των προϊόντων, η επιστημονική τεκμηρίωση παραμένει περιορισμένη. Σε αυτό το άρθρο θα εξετάσουμε τα πιο κοινά φυσικά συστατικά, όπως η κανέλα, το χρώμιο, διάφορα βότανα και το ξύδι, αναλύοντας τα πιθανά οφέλη και τους κινδύνους που συνδέονται με τη χρήση τους.
Κανέλα
Η κανέλα είναι ένα από τα πιο διαδεδομένα μπαχαρικά που χρησιμοποιείται στη διατροφή και τα τελευταία χρόνια έχει αποκτήσει φήμη ως συμπληρωματική θεραπεία για τον σακχαρώδη διαβήτη. Μικρές μελέτες έχουν δείξει ότι μπορεί να επιβραδύνει τη γαστρική κένωση και να μειώσει την απορρόφηση της γλυκόζης, συμβάλλοντας στη μείωση των μεταγευματικών αιχμών του σακχάρου. Επίσης έχει αντιοξειδωτική και αντιφλεγμονώδη δράση και φαίνεται να βοηθά στη βελτίωση του μεταβολισμού της γλυκόζης.
Αν και γενικά θεωρείται ασφαλής όταν καταναλώνεται σε σκόνη, το αιθέριο έλαιο μπορεί να προκαλέσει αλλεργικές αντιδράσεις ή ερεθισμούς όταν εφαρμόζεται τοπικά. Συνεπώς, η προσθήκη σκόνης κανέλας σε ροφήματα ή άλλα τρόφιμα, όταν χρησιμοποιείται με μέτρο, δεν πρέπει να αποθαρρύνεται.
Χρώμιο
Το χρώμιο είναι ένα σημαντικό μέταλλο που συμμετέχει στη ρύθμιση των επιπέδων γλυκόζης και λιπιδίων. Η έλλειψη του χρωμίου συνδέεται με αυξημένη αντίσταση στην ινσουλίνη και συσσώρευση σπλαχνικού λίπους, γεγονός που καθιστά τη συμπληρωματική χορήγησή του απαραίτητη σε ορισμένες περιπτώσεις. Σε άτομα με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2, το χρώμιο μπορεί να βοηθήσει στη βελτίωση της υπεργλυκαιμίας και της δυσλιπιδαιμίας.
Ωστόσο, παρά τα υποσχόμενα αποτελέσματα, η επιστημονική κοινότητα εξακολουθεί να ζητά περισσότερες έρευνες για την αποτελεσματικότητα του χρωμίου στη διαχείριση του διαβήτη. Όσον αφορά στην ασφάλεια, η χρήση έως και 1000 μg χρωμίου για 64 μήνες θεωρείται ασφαλής, παρά τις αρχικές ανησυχίες για πιθανές βλάβες στο DNA ή τη νεφρική λειτουργία.
Βότανα
Πληθώρα βοτάνων έχει αναδειχθεί ως πιθανό συμπληρωματικό μέσο για τη διαχείριση του διαβήτη. Ενώ για πολλά από αυτά οι ενδείξεις παραμένουν περιορισμένες, υπάρχουν βότανα που έχουν δείξει κάποια ευεργετική δράση στο μεταβολισμό της γλυκόζης.
Το Ginseng, για παράδειγμα, φαίνεται να μειώνει τα επίπεδα γλυκόζης μετά τα γεύματα και τη γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη. Παράλληλα, η χρήση του μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση της έκκρισης ινσουλίνης. Ωστόσο, πρέπει να λαμβάνεται με προσοχή, καθώς μπορεί να προκαλέσει διαταραχές της πίεσης (σπάνια) ή να αλληλεπιδράσει με φάρμακα, όπως τα αντιπηκτικά.
Άλλα βότανα που έχουν μελετηθεί περιλαμβάνουν το Bitter melon, το οποίο χαρακτηρίζεται ως «φυτική ινσουλίνη», και το Gymnema sylvestre, που χρησιμοποιείται κυρίως στην Ινδία και την Αφρική για τη θεραπεία του διαβήτη. Παρότι η χρήση αυτών των φυτών έχει συνδεθεί με μείωση της υπεργλυκαιμίας σε μικρές μελέτες, απαιτείται προσοχή για πιθανές παρενέργειες, όπως γαστρεντερικές διαταραχές ή αλληλεπιδράσεις με φάρμακα.
Ξύδι
Το ξύδι, γνωστό ήδη από την αρχαιότητα για τις αντιβακτηριδιακές και αντιμυκητιασικές του ιδιότητες, έχει επίσης μελετηθεί για τη συμβολή του στη μείωση της γλυκόζης στο αίμα. Μερικές έρευνες υποστηρίζουν ότι το ξύδι μπορεί να βελτιώσει την υπεργλυκαιμία και την παχυσαρκία αν και τα στοιχεία είναι περιορισμένα.
Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι το ξύδι του εμπορίου περιέχει 4-7% οξικό οξύ, και η κατανάλωση σκευασμάτων με μεγαλύτερη συγκέντρωση (20% και άνω) μπορεί να προκαλέσει σοβαρές βλάβες.
Συμπέρασμα
Οι συμπληρωματικές θεραπείες για το σακχαρώδη διαβήτη, όπως η κανέλα, το χρώμιο, τα βότανα και το ξύδι, μπορούν να προσφέρουν ορισμένα οφέλη στη διαχείριση των επιπέδων γλυκόζης. Ωστόσο, η επιστημονική τεκμηρίωση παραμένει περιορισμένη, και η χρήση αυτών των θεραπειών πρέπει να γίνεται υπό την καθοδήγηση ειδικών υγείας.