Όταν ο πρώτος καρδιολόγος και ο πρώτος καρδιοχειρουργός έφτασαν στην πρώτη από τις κορυφές που έχει κατακτήσει η Ιατρική αναφορικά με το πιο θαυμαστό από όλα τα θαυμαστά που συγκροτούν τον άνθρωπο, βρήκαν κάποιους που ήταν ήδη εκεί και τους περίμεναν. Κάποιους που είχαν αντιληφθεί, αισθανθεί και περιγράψει με λυρισμό, ενάργεια, οξυδέρκεια και δαημοσύνη την καρδιά και τον ρόλο της.
Και αυτοί δεν ήταν γιατροί. Ήταν φιλόσοφοι. Ήταν ποιητές, ήταν διανοητές ήταν ευαίσθητοι και ιδιαίτεροι άνθρωποι με επίδραση στην εποχή τους είτε αυτή ήταν οι αρχαιότατοι χρόνοι είτε οι κλασικοί, είτε οι νεότεροι. Αυτή η επίδραση εξακολουθεί μέχρι και τις μέρες μας, θυμίζοντας πάντα και παντί τρόπω ότι: «ένα λαγούτο είν` η καρδιά μου, που λαλεί μόλις τ` αγγίξεις» (Μπερανζέ).
Καρδιά: οι πρώτες αναφορές
Οι πρώτες αναφορές για την καρδιά έρχονται από την αρχαϊκή περίοδο του πολιτισμού των Μάγια (3.000 - 2.000 π.Χ.) οι οποίοι φέρονται να γνώριζαν την καρδιακή αναζωογόνηση και να είχαν γνώση ότι από την καρδιά εκπορεύονται αγγεία για κάθε όργανο.
Η επόμενη αξιοσημείωτη αναφορά έρχεται από τους αρχαίους Ινδούς. Σύμφωνα με αυτήν η καρδιά αποτελούσε το αντικείμενο του ενδιαφέροντος των ιατρών-μάγων, που θεωρούσαν ότι από την καρδιά οι αρτηρίες μεταφέρουν το βασικό ζωτικό στοιχείο στους ιστούς και ότι η καρδιά αποτελεί το άστρο της αυγής για τον οργανισμό και τη ζωή. Η yoga, τεχνική που στηρίζεται στη σχέση καρδιάς και αναπνοής αποτελεί απόδειξη ότι είχαν αντίληψη αυτής της σχέσης από τότε…
Στην Κίνα και το Θιβέτ είχαν ανακαλύψει τον καρδιακό ρυθμό και τον σφυγμό του οποίου την τεχνική λήψεως την ονόμαζαν «καν-κου» και την εφάρμοζαν τοποθετώντας 3 δάχτυλα στην καρωτιδική αρτηρία.
Καρδιά & Ελλάδα ανά τους αιώνες
Στους χρόνους του πατέρα της Ιατρικής, του Ιπποκράτη, περιγράφονται και μελετούνται ο «αιφνίδιος θάνατος» και η «οξεία καρδιακή προσβολή», καθώς οι Ιπποκρατικοί θεωρούσαν ότι το κέντρο της ζωής είναι η καρδιά.
Στο έργο «Περί καρδίης» της Ιπποκρατικής συλλογής στηρίχθηκε ο William Harvey για την κυκλοφορία του αίματος. Αποτελεί ένα κομβικό έργο αναφορικά με την ανατομία της καρδιάς, ιδιαίτερα ξεχωριστό στην αρχαία ελληνική Ιατρική Γραμματεία, όχι μόνο γιατί αποκαλύπτει την αντίληψη της ανατομικής δομής και της φυσιολογίας της καρδιάς που είχε ο συγγραφέας του έργου, αλλά και γιατί ως ιατρικό κείμενο διακρίνεται για την γλαφυρότητά του.
Το έργο αυτό θεωρήθηκε από τον Emile Littre (1801-1881) ως ένα από τα νεότερα της Ιπποκρατικής Συλλογής, αλλά έχει εκφραστεί η άποψη ότι θα πρέπει να συγκαταλεχθεί στα νόθα έργα , καθώς ο Ερωτιανός (1ος αιώνας μ.Χ.), ο Γαληνός (129-201 μ.Χ.) και ο Παλλάδιος (6ος αιώνας μ.Χ.) δεν το περιλαμβάνουν στα γνήσια έργα της συλλογής.
Μια άλλη άποψη είναι ότι πρόκειται για γνήσιο έργο της Συλλογής, είτε γραμμένο από συγγραφέα που ασπαζόταν την αριστοτελική φιλοσοφία, είτε γραμμένο από ιατρό της Σικελικής Σχολής, αφού σε αυτό αναφέρεται η καρδιά ως έδρα του πνεύματος, όπως πίστευε ο Εμπεδοκλής (5ος αιώνας π.Χ.).
Στα «Ορφικά» (θρησκευτικά ποιήματα σε δακτυλικό εξάμετρο που αποδίδονται στον Ορφέα) ο ποιητής αναφέρει για την καρδιά του Ιάσονα ότι, επί της Αργούς ευρισκόμενης επί της άμμου σφόδρα διαταράσσεται και επί της Αργούς επί της θαλάσσης χαίρει και σε άλλο σημείο βάζει στο στόμα του Ιάσονα τα λόγια «όντινα οι κραδίη θυμός τε μενοινά», ήτοι «όποιον η καρδιά και η ψυχή σας προτιμά» (μτφ. Σωτήρης Σοφιάς).
Και δια τον Χείρωνα τον Κένταυρο λέγει: «αισθάνεται τέρψη με την καρδιά λειτουργούσαν καλώς».
Ο Όμηρος βάζει τον Αχιλλέα να λέει στον Πάτροκλο: «άχος καρδίην και θυμόν ικάνει» (… είναι τούτ᾽ οπού βαθιά πληγώνει την ψυχήν μου- μτφ. Ιάκωβος Πολυλάς) προς δήλωση της λύπης του, και να επιτιμά τον Αγαμέμνονα δημόσια αποδίδοντάς του «μάτια σκύλου και καρδιά ελαφιου», «κυνός όμματ’ έχων καρδίην δ’ελάφοιο» υπονοώντας ότι είναι δειλός, αναφέρει δε την μελαγχολίαν ως σκώληκα της καρδίας, και γράφει «ως άνοον κραδίην έχες» προς χαρακτηρισμό του ανόητου και απερίσκεπτου ανθρώπου.
Ο Πλάτων, παρατηρεί «τον νέον, το λεγόμενον, τινά οίει καρδίαν ίσχειν», ήτοι σε ελεύθερη απόδοση: (τι νομίζεις ότι θα κάνει) ο νέος, τι (αισθήματα) θα έχει, που λέει ο λόγος, στην καρδιά του;
Στον Πυθαγόρα αποδίδεται η έκφραση «καρδίην μη εσθίειν» ήτοι «μην τρως την καρδιά σου».
Ο Ιπποκράτης γράφει «οξυθυμίη αφήειν καρδίαν», ήτοι « ο οξύς θυμός ενοχλεί την καρδιά», παρατηρεί δε ότι «φόβοι, λύπη, ηδονή, οργή τα άλλα τοιαύτα καρδίας παλμός εν τούτοισιν υδρώτες».
Ο Αριστοτέλης παρατηρεί «Αι ευγενείς καρδιές δεν έχουν χώρο δια το μίσος» και «είναι δύσκολο να μάχεται τις την καρδιά του, διότι ό,τι θέλει το αγοράζει με την ψυχή». Γενικά τα έργα του Αριστοτέλη και του Γαληνού περιέχουν σημαντικές αναφορές για την καρδιά και την κυκλοφορία του αίματος
Ο Γαληνός θεωρεί ότι η καρδιά εκφράζεται και με συμπτώματα νευρολογικά και ψυχικά και ότι η καρδιαλγία επισυμβαίνει επί λύπης, ο Καισάριος στους Διαλόγους, περιοφράφει την καρδιά ως «κύριον, κυριότατον όργανον ημών της ζωής», ο Μέγας Βασίλειος γράφει «η ακοή της συκοφαντίας ήψατο του της καρδίας λύπης», ο Λέων παρατηρεί «το δάκρυον δάκνυον της καρδίας δακνυομένης» αναφερόμενος εις επιβλαβείς διαταραχές της καρδίας επί δακρύων λύπης.
Ο Ρήγας Φερραίος (ο Βελεστινλής) αναφέρει ότι «ο ιερός της πατρίδος έρως εμφωλεύει εις την καρδίαν, δε γηράσκει ποτέ». Ο Κωστής Παλαμάς γράφει δια την Ελλήνων Κύπρον «πολλούς αφέντες άλλαξες, δεν άλλαξες την καρδίαν σου». Επίσης παρατηρεί: «η μεγαλοσύνη στα έθνη δεν μετριέται με το στρέμμα. Με της καρδιάς το πύρωμα μετριέται και με αίμα!» Η διαχρονική Ελληνική Γραμματεία βρίθει αναφορών στην καρδιά, με κοινή προτροπή την αποφυγή της ταλαιπωρίας της, για να νιώθει κανείς ευεξία και να έχει ποιότητα ζωής.
Σε όλες τις τάσεις της αρχαιοελληνικής φιλοσοφίας το εκάστοτε νοητικό δημιούργημα δεν εξυμνεί τον φορέα του, τον εγκέφαλο, αλλά ανάγεται σε μια παραγωγική κατάθελξη της «αισθομένης και σκεπτομένης» καρδίας.
Καρδιά και ταφικά έθιμα
Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι στις ταφικές τους τελετές προχωρούσαν αρκετές φορές σε «καρδιουλκία», έβγαζαν δηλαδή την καρδιά από το σώμα, την ζύγιζαν στον καρδιακό ζυγό του Δικαστηρίου των Νεκρών και, τοποθετώντας την εντός πήλινης κανώπου, την εναπόθεταν στο στήθος της μούμιας.
Αντίστοιχα στην Αρχαία Ελλάδα αρχαιότητα καρδιουλκούμενη καρδιά, περιτυλιγμένη με το επίπλουν ως «πιμελή» (ξίγκι, λίπος για την καύση) ετίθετο επί της πυράς προς θυσία, η η οποία έφερε το όνομα «καρδιωσάμενος».
Κατά τον μεσαίωνα και τους νεότερους χρόνους η καρδιά ούσα «κάλυκας θείας ουσίας» είχε την εκλεκτή τιμή να ενταφιάζεται χωριστά από το λοιπό σώμα, κατά τον θάνατο
παπών, μοναρχών και σημαινουσών πνευματικών προσωπικοτήτων.
Οι καρδιές π.χ. των Byron, Shelley, Chopin, Bolivar, Liningston, Ανδρέα Μιαούλη ευρίσκονται ενταφιασμένες σε καρδιοτάφια, όπως και η καρδιά του ιδρυτή των σύγχρονων Ολυμπιακών αγώνων Pierre de Coubertin, που βρίσκεται δίπλα στο Στάδιο της Ολυμπίας.
Ο Αβικέννας (Ιμπν Σίνα) είναι γνωστός στη Δύση ως «ο πρίγκηπας των ιατρών». Το έργο του Κανών της Ιατρικής αποτέλεσε βιβλίο αναφοράς για τους ιατρούς για αρκετούς αιώνες. Ο Αβικέννας υπήρξε πρωτοπόρος στην εξέταση και μελέτη του σφυγμού και των κυμάτων του, αναφέροντας ότι ο σφυγμός παράγεται από την καρδιά που πάλλεται.
Η καρδιά εις τον ελληνικό παροιμιακό λόγο γραπτό και προφορικό αναφέρεται ως έδρα της ζωής των ανθρώπινων επιθυμιών, αισθημάτων, συναισθημάτων, διαθέσεων, διαφόρων ψυχικών εκδηλώσεων και καταστάσεων και συμβόλων ποικίλων εννοιών κυρίως αγάπης διαλογής επιλογής κ.ά.
Η καρδιά στον ελληνικό λόγο
Στη συνέχεια θα γίνει μια ενδεικτική παράθεση εκφράσεων και σχημάτων λόγου που απαντούν διαχρονικά στον προφορικό και γραπτό λόγο στην Ελλάδα και αποτελούν την πηγαία αθόρυβη προβολή/παραβολή και αναφορά της καρδιάς του ανθρώπου θεωρουμένης ως κέντρο ζωής, ήτοι αισθημάτων, συναισθημάτων, διαθέσεων, εκδηλώσεων, καταστάσεων, γεγονότων, πεπρωμένων…
«Εν τη καρδία του νήφοντος επί της γλώσσης του μεθύοντος» προκειμένου να τονισθεί πως ό,τι υπάρχει εις την καρδιά του νηφάλιου ανευρίσκεται εις την γλώσσα του μεθυσμένου». «Ελαφρά τη καρδία» λέμε για να χαρακτηρίσουμε την απερίσκεπτη, την επιπόλαια ενέργεια που γίνεται χωρίς ενοχές ή ανησυχία.
«Άνω σχώμεν τας καρδίας» προτρέπει ο ιερεύς προς ανύψωσιν της καρδιάς προς τον Θεό και το Θείο.
«Καρδίαν καθαράν» ζητάμε προσευχόμενοι, ζητώντας τη θεϊκή συμβολή για να διατηρήσουμε και να έχουμε αγαθότητα καρδιάς. «Αφρων εν τη καρδία αυτού» λέμε δανειζόμενοι την έκφραση ψαλμό του Δαβίδ για χαρακτηρίσουμε τον παράλογο άνθρωπο.
Η καρδιά περιγράφεται ως κατοικία αγάπης (και κακίας). Επίσης υπάρχει η έκφραση «ότι η καρδία αγαπά είναι και ωραίον», που συνδέει την καρδιά ως πηγή αγάπης με το βλέμμα που όταν έχει αγάπη πίσω του βλέπει το κάλλος.
«Λόγια καρδιάς» είναι λόγια ειλικρινή, συνεπή. «Εξ όλης της καρδίας» σημαίνει ολόψυχα. ‘Εχει «χρυσή καρδιά» λέμε για να χαρακτηρίσουμε τον ανυπόκριτα και απόλυτα καλό άνθρωπο. Ανοιχτόκαρδο λέμε τον δεκτικό, τον πρόθυμο και διαχυτικό άνθρωπο. «Χάλασε η καρδιά μου» λέμε για να δηλώσουμε δυσαρέσκεια.
«Η καλή καρδιά κάμνει κόκκινα μάγουλα» λέμε συνδέοντας την καρδιά με την ευεξία.
«Εις το κορμί βοτάνια, εις την καρδίαν ορμήνιες», ήτοι στο σώμα χρειάζονται φάρμακα και στην καρδιά αγωγή.
«Η καρδιά είναι γυάλινη και αν ραγίσει δε κολλά» λέμε για να περιγράψουμε το γεγονός ότι η καρδιά είναι ευαίσθητη και αν πάθει κάτι δύσκολα επανέρχεται. «Του ανθρώπου η καρδιά από τα μάτια φαίνεται», ήτοι η ΄ποιότητα της καρδιάς φαίνεται από την ποιότητα τοτ βλέμματος.
«Μια καρδιά που σκέπτεται το χρέος της δεν κοιμάται», «Καρδιά παλικαριού και γνώμη γέροντα», «Το χέρι έγινε για να χαρίζει, η καρδιά για να αγαπά», «Όποιος έχει καρδιά και χωρίς όπλα πολεμά», «Η καθαρή καρδιά δεν κρατά ποτέ κακία», «Σε μικρό σώμα μεγάλη καρδιά».
Αλλά και «Η καρδιά έχει και θέρος και χειμώνα» και «Όταν η καρδιά ανοίγει τον δρόμο χάνει η λογική τον δρόμο της». «Καρδούλα μου» λέμε για να δηλώσουμε/προσφέρουμε αγάπη και στοργή. «Ό,τι κάνεις λάβεις καρδιά μη σε πονέσει, «Η καρδιά κρατά τα γόνατα», «Κάνω καρδιά» (ενθαρρύνομαι), «Είναι χωρίς καρδιά» (επί επίδειξης σκληρότητας), «Μεγάλη καρδιά» (επί μεγαλοθυμίας), «Ήρθε η καρδιά στον τόπο της» (επί ανάνηψης από συναισθηματικό σοκ), «Το τραβά η καρδιά της/του, ήτοι έχει διάθεση, όρεξη. Τέλος, δίνουμε «Εκ καρδίας ευχές και «Εγκάρδιες ευχές», ήτοι ευχές αληθινές, ολόψυχες και καλοπροαίρετες.
Ωστόσο, ακόμα και σε ένα τέτοιο άρθρο, δεν θα ήταν σωστό να μη γίνει αναφορά στις σύγχρονες επιτυχίες της έρευνας στην καρδιολογία και την καρδιοχειρουργική που αποτελούν σταθμό στην παγκόσμια ιστορία των ανθρώπων, έχουν καταξιώσει τον γιατρό στην «καρδιά» του κάθε ανθρώπου και έχουν αυξήσει τον μέσο όρο ζωής, χαρίζοντας ελπίδα σε εκατομμύρια ανθρώπους και οικογένειες.
Γεγονότα-σταθμός για την καρδιά μας
- Η διαδερμική στεφανιογραφία το 1961 από τους Rickets και Abrams
- Η αορτο-στεφανιαία παράκαμψη, το γνωστό «by-pass»
- Η απινίδωση της καρδιάς
- Η εξωσωματική κυκλοφορία που «έλυσε τα χέρια» των καρδιοχειρουργών, έτσι ώστε για να πραγματοποιήσουν καταπληκτικές επιτεύγματα στην χειρουργική της καρδιάς.
- Η μεταμόσχευση της καρδιάς
- Η «ηλεκτρική υποβοήθηση» της καρδιάς κατά την ανεπάρκειά της, μέχρι να βρεθεί κατάλληλο μόσχευμα.
Επιστροφή στα συναισθήματα
Όπως φαίνεται διαχρονικά φιλόσοφοι, διανοούμενοι, ποιητές, ζωγράφοι, καλλιτέχνες αλλά και η λαϊκή σοφία δέχονται και περιγράφουν την καρδιά ως έδρα των ανθρώπινων συναισθημάτων, αναπαριστώντας το ύψιστο συναίσθημα, τον έρωτα ως μια καρδιά «πληγωμένη» από ένα βέλος. Φράσεις όπως: «λυπημένη μου καρδιά», «πονάει η καρδιά μου για την αγάπη μου», «έσπασε η καρδιά μου» κτλ., επιβεβαιώνουν αυτή την αντίληψη και φράσεις όπως: «καρδιά λιονταριού» (που ειπώθηκε για τον Ριχάρδο τον Λεοντόκαρδο) έρχονται να περιγράψουν την καρδιά και ως έδρα του θάρρους, του φρονήματος, του ηθικού. Ωστόσο, κάποιοι, όπως ο Ιερός Χρυσόστομος, προσθέτουν ότι η καρδιά είναι η έδρα των παθών τα οποία όταν ριζώνουν σ` αυτήν κυριεύουν τον άνθρωπο με αποτέλεσμα την αλλοτρίωσή του. Γι` αυτό και είναι διάχυτη η πεποίθηση ότι «Δεν μπορεί να φωτισθεί ο άνθρωπος εάν δεν καθαριστεί η καρδιά του από τα πάθη του».
Ίσως και αυτό να συμπεριελάμβανε ο μεγάλος καρδιοχειρουργός του 20ού αιώνα Denton Cooley όταν είπε πως, ενώ βούληση και συναισθήματα εδράζονται στο βουλητικό του εγκεφάλου μας, εντούτοις μόνο σε επεμβάσεις καρδιάς και κυρίως σε μεταμοσχεύσεις καρδιάς ο άνθρωπος κυριολεκτικά συγκλονίζεται συναισθηματικά.
Και φυσικά τον τελευταίο λόγο τον έχει η λαϊκή μούσα για να μας θυμίσει ότι πριν και πάνω απ` όλα είμαστε άνθρωποι:
«Ορέ πάρε γιατρέ, γιατρέ τα γιατρικά και σύρε γιέ μου στη δουλειά σου, όρε τον πόνο που `χω στην καρδιά δεν γράφουν γιέ μου τα χαρτιά σου».