Ποιους αφορά και πώς αντιμετωπίζεται
Η διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια είναι μία από τις πιο συνηθισμένες επιπλοκές του σακχαρώδη διαβήτη. Περίπου το 20% των διαβητικών πάσχει από κάποια μορφή διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας, η οποία αν δεν αντιμετωπιστεί άμεσα και σωστά μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές αλλοιώσεις στον βυθό του ματιού, με τελικό αποτέλεσμα τη σημαντική μείωση της όρασης, που μπορεί να καταλήξει και σε τύφλωση. Η διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια θεωρείται η πρώτη αιτία τύφλωσης στο δυτικό κόσμο, για ανθρώπους ηλικίας 20 έως 65 ετών. Τα υψηλά επίπεδα σακχάρου στο αίμα προκαλούν διάφορες παθοφυσιολογικές αλλοιώσεις στα αγγεία του αμφιβληστροειδούς αλλά και του υπόλοιπου σώματος που έχουν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία μικροανευρυσμάτων, οιδημάτων, αιμορραγιών και την ανάπτυξη παθολογικών νεοαγγείων. Σε πολύ προχωρημένες και ιδίως σε παραμελημένες περιπτώσεις μπορεί να δημιουργηθεί ελκτική αποκόλληση αμφιβληστροειδούς. Απ’ όλα αυτά τα ευρήματα, τα πρωιμότερα είναι τα μικροανευρύσματα και οι αμφιβληστροειδικές μικροαιμορραγίες.
Ποιες είναι οι μορφές της διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας;
Συνήθως, στα άτομα που πάσχουν απο σακχαρώδη διαβητη, ιδίως σ’ αυτά που δεν ρυθμίζουν καλά τα επίπεδα του σακχάρου τους, τα πρώτα σημεία της διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας μπορεί να εμφανιστούν πολλά χρόνια μετά από την έναρξη της νόσου. Η ηπιότερη μορφή τής διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας είναι η μη παραγωγική μορφή. Στη μορφή αυτή, παρατηρούνται μικροανευρύσματα, μικροαιμορραγίες, εξιδρώματα και οίδημα στον βυθό. Η σοβαρότερη επιπλοκή της μη παραγωγικής μορφής είναι η ανάπτυξη οιδήματος στην κεντρική περιοχή του βυθού, στην ωχρά κηλίδα, η οποία συνοδεύεται από μείωση της όρασης. Αν το οίδημα αυτό δεν αντιμετωπιστεί έγκαιρα με ενδοβολβικές ενέσεις αντιαγγειογενετικών παραγόντων και/ή κορτιζόνης και με laser, μπορεί να οδηγήσει σε μόνιμη μείωση της κεντρικής όρασης. O ασθενής, δηλαδή, θα βλέπει μόνο περιφερειακά και δεν θα μπορεί να διαβάσει.
Η βαρύτερη μορφή της Δ.Α. είναι η παραγωγική μορφή. Σε αυτή τη μορφή παρατηρούνται: ανάπτυξη παθολογικών αγγείων που αιμορραγούν εύκολα, μεγάλες αιμορραγίες μέσα στην υαλειδική κοιλότητα και εμφάνιση ινώδους ιστού που μπορεί να οδηγήσει σε ελκτική αποκόλληση του αμφιβληστροειδούς. Αυτή η μορφή αν δεν αντιμετωπιστεί έγκαιρα με laser και χειρουργική επέμβαση (βιτρεκτομή) μπορεί να οδηγήσει σε τύφλωση. Η προπαραγωγική μορφή είναι μια ενδιάμεση κατάσταση μεταξύ των δύο προηγούμένων περιπτώσεων. Εκτός από τις διάφορες μορφές της Δ.Α., οι ασθενείς με σακχαρώδης διαβήτη μπορεί να εμφανίσουν νωρίτερα καταρράκτη, να παρουσιάσουν νεοαγγειακό γλάυκωμα, να έχουν συχνά ενοχλήσεις απο τα βλέφαρα με τη μορφή χαλαζίων, βλεφαρίτιδας και κριθής, αίσθηση ξενου σώματος κτλ.
Κάθε πότε θα πρέπει να εξετάζεται ο διαβητικός ασθενής;
Οι ασθενείς που πάσχουν από σακχαρώδη διαβήτη θα πρέπει να εξετάζονται τουλάχιστον μία φορά το χρόνο, εφόσον δεν παρουσιάζουν σημεία διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας. Αν έχουν διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια ή ξεκινήσουν χρήση ινσουλίνης, θα πρέπει να εξετάζονται κάθε 4-6 μήνες ή συχνότερα, σύμφωνα με τις οδηγίες του θεράποντος οφθαλμιάτρου. Σε κάθε διαβητικό ασθενή, αρχικά θα πρέπει να γίνεται μια πλήρης οφθαλμολογική εξεταση που θα περιλαμβάνει και τη βυθοσκόπηση. Η διενέργεια εξέτασης οπτικής τομογραφίας συνοχής (OCT) είναι απαραίτητη για το λεπτομερή έλεγχο του βυθού, ειδικά σε άτομα με αρχόμενη ή πιθανή διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια. Η ψηφιακή φωτογράφηση του βυθού σε τακτά χρονικά διαστήματα βοηθά τον οφθαλμίατρο να διακρίνει μικρές διαφορές στην εικόνα του βυθού. Σε περίπτωση που υπάρχουν αλλοιώσεις που επηρεάζουν την όραση, η κατάσταση των αγγείων του βυθού θα πρέπει να μελετηθεί και με την φλουοροαγγειογραφία. Η εξέταση αυτή, γίνεται μετά από ενδοφλέβια έγχυση χρωστικής και απεικονίζει τα παθολογικά σημεία στα αγγεία και το οίδημα που έχει προκληθεί από αυτά. Πολλές φορές είναι απαραίτητη για τη θεραπεία με Laser.
Πώς αντιμετωπίζεται η διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια;
Η διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια αντιμετωπίζεται ανάλογα με τη μορφή και τη βαρύτητα της νόσου και σε σχέση με τη μείωση οπτικής οξύτητας που έχει προκαλέσει. Η μη παραγωγική μορφή με λίγα μικροανευρύσματα, που δεν προκαλούν μείωση όρασης, χρειάζεται μόνο παρακολούθηση. Αν εμφανιστεί οίδημα στην ωχρά κηλίδα, τότε θα πρέπει να αντιμετωπιστεί με ενδοβολβικές ενέσεις και σπανιότερα με Argon Laser. H παραγωγική μορφή χωρίς ελκτική αποκόλληση αντιμετωπίζεται επίσης με laser σε πολλαπλές συνεδρίες. Αν υπάρχουν εκτεταμένες νεοαγγειακές μεμβράνες, ινώδης ιστός, μεγάλη αιμορραγία ή ελκτική αποκόλληση, τότε ο ασθενής θα πρέπει να υποβληθεί σε υαλοειδεκτομή.